Views: 571
Ο Σάμουελ Baud-Bovy κατεγραψε για πρώτη φορά την καρπαθιακή μουσική μαζί με τη μουσική της Δωδεκανήσου. Στην Κάρπαθο πήγε το καλοκαίρι του 1930, αλλά είχε γνωρίσει λίγους μήνες πριν τον Πρωτοψάλτη και άλλους Δωδεκανήσιους στην Αθήνα.
Όπως αναφέρεται και στην Μουσικοπαίδια [1] ο Σάμουελ ήταν Ελβετός φιλόλογος νεοελληνιστής, αλλά και αρχιμουσικός, εθνομουσικολόγος και καθηγητής διεύθυνσης ορχ. Με τα πλούσια πεπραγμένα του αναδείχτηκε σε μεγάλη μορφή της Ελληνικής Μουσικής (oνομάστηκε “Νέστορας της Εθνομουσικολογίας”).
Ο Σάμουελ ηχογράφησε το 1935 πολλούς καρπάθικους σκοπούς, που έχουν εκδωθεί στο ψηφιακό δίσκο με τίτλο: La chanson populaire grecque du Dodécanèse, Paris, 1936.
Ο Εμμανουήλ Νιοτής απο την Όλυμπο της Καρπάθου, ένας από τους μουσικούς που έχει καταγραφεί το 1935, δώρησε στο Σάμουελ τη λύρα του η οποία εκτίθεται σε μουσείο στη Γενεύη.
Χρήσιμοι σύνδεσμοι:
[1] Μουσικοπαίδεια (Σάμουελ Μπω-Μποβύ)Παράρτημα
Δυστυχώς η εγγραφή στη μουσικοπαίδεια δεν υπάρχει πια (2020). Οπότε παραθέτουμε εδώ ένα αντίγραφο που είχαμε καταχωρήσει.
Σπουδές-Σταδιοδρομία
Σπούδασε στη Γενεύη φιλολογία και μουσική και συμπλήρωσε τη μουσική του μόρφωση στο Παρίσι, τη Βιέννη και τη Βασιλεία. Το 1927 επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα και φυσικά, μαγεύτηκε… Αποφάσισε να μάθει ελληνικά για να μπορέσει να μελετήσει την ελλ. δημοτική μουσική. Έκτοτε έκανε πολλά ταξίδια σε όλες τις περιοχές της χώρας μας. To 1936 ήταν διδάκτωρ (με θέμα την παραδοσιακή μουσική της Δωδεκανήσου) και το 1942 καθηγητής του Παν/μίου της Γενεύης στην έδρα “Νεοελληνικής Φιλολογίας και Γλώσσας” του κληροδοτήματος Χρήστου και Λεωνής Λαμπράκη (βλ. Λαμπράκης Χρήστος). Το 1958 ήταν επίτιμος καθηγητής του Παν/μίου Γενεύης. Παράλληλα ήταν καθηγητής στο Ωδείο της Γενεύης και δίδασκε διεύθυνση ορχ. και λοιπά ορχηστρικά μαθήματα. Στη συνέχεια, έγινε δ/ντής του Ωδείου. Επίσης, ήταν πρόεδρος τόσο στον διεθνή Διαγωνισμό μουσικής Εκτέλεσης (Interpretation) της Γενεύης όσο και στη Διεθνή Εταιρεία για τη Μουσική Εκπαίδευση. Ταυτόχρονα σταδιοδρομούσε και ως μαέστρος στις ΣΟ της Ελβετίας αλλά και άλλων χωρών (όπως της Ελλάδος, της Γαλλίας, του Βελγίου, κ.λπ.). Το 1967 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1977 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ Φιλοσοφικής από το Παν/μιο Θεσ/νίκης.
Έργο
“Το έργο του Μπω-Μποβύ”, γράφει ο Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης, “συγγραφικό και συλλεκτικό (δίσκοι, ταινίες, κασέτες) είναι πλούσιο σε όγκο και ποιότητα. Οι συστηματικές έρευνές του στην Ελλάδα είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των μουσικολογικών σπουδών (γι’ αυτό χαρακτηρίστηκε και ο θεμελιωτής της Εθνομουσικολογίας στη χώρα μας) και συνετέλεσαν στη διάσωση, μελέτη και προβολή της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Καρπό των επιστημονικών ερευνών του αποτελούν 8 βιβλία και πολλά άρθρα και μελετήματα, τα οποία αποθησαυρίζουν πολύτιμο μουσικολαογραφικό υλικό και κυρίως εξετάζουν προβλήματα σχετικά με την ελληνική μουσική και τα δημοτικά μας τραγούδια”.
Ο δε Αριστοτέλης Π. Βρέλλης αναφέρει ότι ο Μπω-Μπωβύ «με το τεράστιο έργο του, δεν περιορίστηκε μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά επέκτεινε την εθνομουσικολογική του δραστηριότητα στον μεσογειακό και βαλκανικό χώρο. Οι εργασίες του, μαζί με τις μελέτες των Ελλήνων ερευνητών, προώθησαν το ελληνικό δημοτικό τραγούδι και το οδήγησαν στη σφαίρα του διεθνούς ενδιαφέροντος» («Ηπειρώτικη Εστία»,τόμος 36, τεύχος 417-18-19/1987).
Εδώ πρέπει να σταθουμε ιδιαίτερα στα 4 βιβλία του με τους σκοπούς και τα τραγούδια της Δωδεκανήσου (από τα οποία άντλησε ο Γιάννης Κωνσταντινίδης μεγάλο μέρος του μουσικού υλικού για τα “δωδεκανησιακά” έργα του) και στο “Δοκίμιο για το ελληνικό Δημοτικό τραγούδι” που είναι το τελευταίο βιβλίο (1984) του Ελβετού σοφού, αποτελώντας ασφαλώς “τη διαθήκη του”, γιατί περιλαμβάνει με ύψιστη συμπύκνωση και οικονομία τις υποθήκες, τα συμπεράσματα και την προβληματική ως προς τις καταβολές και τις προοπτικές της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Μετά το θάνατό του, το Ωδείο Γενεύης δημιούργησε εθνομουσικολογικό Ίδρυμα “Μπω-Μποβύ” που ασχολείται (έχοντας κληρονομήσει το πολυσχιδές αρχείο του) με έρευνες μουσικής λαογραφίας, τιμώντας τη μνήμη εκείνου που απέδειξε ως άλλος Ανάχαρσις ότι ο όρος “Ελληνας” δεν αναφέρεται τόσο στην καταγωγή, όσο στην παιδεία…
Πηγές
- Τάκης Καλογερόπουλος, Λεξικό της Ελληνικής μουσικής, εκδόσεις Γιαλλελή, 2001